03 Φεβρουαρίου 2021

Το Πικάπ και η ιστορία του

 Η ανακάλυψη της αρχής λειτουργίας του σημερινού πικάπ έγινε 1877, όταν ο Τόμας Έντισον πειραματιζόταν με μία καινούρια τηλεγραφική συσκευή. Περνώντας ένα τραχύ φύλλο αλουμινίου κάτω από την ακίδα του τηλεγράφου παρατήρησε έναν ήχο ο οποίος έμοιαζε με ανθρώπινη φωνή.

Με τη βοήθεια αυτής της παρατήρησης και μέχρι το τέλος του χρόνου είχε ηχογραφήσει το "Mary Had A Little Lamb" στον πρώτο λειτουργικό φωνογράφο. Αυτή η εφεύρεση πραγματοποίησε την καταγραφή και αναπαραγωγή ανθρώπινης φωνής, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία.

Δίσκοι βινυλίου 45 και 78 στροφών


Στερεοφωνικό πικάπ βαλίτσα με δυνατότητα αυτόματης αλλαγής μέχρι 8 δίσκων και αναπαραγωγής δίσκων των 78 στροφών

Οι προγονικές μορφές του πικάπ ήταν η προσπάθεια του ανθρώπου να καταγραφούν ήχοι, οι οποίοι να μπορούν να αναπαραχθούν ανά πάσα στιγμή και από οποιονδήποτε. Ο φωνογράφος χρησιμοποιούσε κυλίνδρους καλυμμένους με φύλλο αλουμινίου και σαν εφεύρεση χρεώνεται στον Έντισον. Το γραμμόφωνο, το οποίο χρησιμοποιούσε δίσκους για την καταγραφή και αναπαραγωγή των ήχων, είναι ο απευθείας πρόγονος του σημερινού πικάπ και αποδίδεται στον Εμίλ Μπέρλινερ (1888). Μία άλλη διαφορά αυτών των δύο συσκευών ήταν ο τρόπος που εκμεταλλεύονταν το αυλάκι για την εγγραφή-αναπαραγωγή του ήχου. Ενώ ο Έντισον χάραζε το αυλάκι αλλάζοντας το βάθος του, ο Μπέρλινερ το χάραζε πλευρικά. Ο ήχος που μπορούσε να καταγραφεί ήταν μονοφωνικός. Ο Έντισον, βλέποντας την αυξανόμενη αποδοχή των δίσκων, δούλευε επάνω σε αυτούς μυστικά και μετά το 1911 υιοθετεί τους δίσκους εγκαταλείποντας τους κυλίνδρους, αφού οι δίσκοι ήταν πολύ πιο εύκολο να αναπαραχθούν μαζικά. Ενώ η δυνατότητα στερεοφωνικής καταγραφής στους δίσκους βινυλίου εμφανίζεται ήδη από το 1931, οι πρώτες στερεοφωνικές εγγραφές εμφανίζονται εμπορικά το 1957 και κερδίζουν οριστικά την προτίμηση των καταναλωτών, αρκετά χρόνια αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του 1960.

Η χρονική διάρκεια των δίσκων των 78 στροφών ήταν μόλις 3 λεπτά. Το 1948 η Columbia Records παρουσίασε τον δίσκο των 33 1/3 στροφών, ο οποίος είχε χρονική διάρκεια 23 λεπτά για τη μία πλευρά του. Λίγο αργότερα η RCA Victor παρουσιάζει τον δίσκο των 45 στροφών, ενώ το 1950 ανακοινώνει την παραγωγή δίσκων των 33 1/3 στροφών. Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις, όλες οι εταιρίες παραγωγής θα αποδέχονταν τα πρότυπα των 33 και 45 στροφών, τερματίζοντας την παραγωγή δίσκων των 78 στροφών. Οι σημερινές συσκευές έρχονται με δυνατότητα επιλογής, ανάμεσα σε 33 και 45 ή ανάμεσα σε 33, 45 και 78 στροφές.

Αν και οι πρώτες μορφές του πικάπ ήταν αυτόνομες συσκευές με ηχείο και ενσωματωμένο ενισχυτή για την αναπαραγωγή μουσικής, εξελικτικά και μέχρι σήμερα κυριάρχησαν οι μεμονωμένες συσκευές πικάπ, οι οποίες συνδέονται σε ενισχυτή ήχου, για βελτιστοποιημένη ποιότητα αναπαραγωγής. Το πικάπ και οι δίσκοι βινυλίου αρχίζουν την φθίνουσα πορεία τους με την εμφάνιση του ψηφιακού ήχου και των αντίστοιχων μέσων αποθήκευσης, όπως π.χ το CD.

Παρά όμως την κυριαρχία των ψηφιακών αρχείων, συνεχίζεται σήμερα η παραγωγή δίσκων βινυλίου όπως και συσκευών πικάπ. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι κατασκευαστές πάντρεψαν τους δίσκους βινυλίου και την ψηφιακή μουσική ενσωματώνοντας θύρες USB για σύνδεση με USB flash μνήμες ή με υπολογιστή, όπου μπορεί ο χρήστης να αποθηκεύσει ή και να μετατρέψει το περιεχόμενο του δίσκου σε ψηφιακά αρχεία MP3. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, οι κατασκευαστές χρησιμοποίησαν την ψηφιακή τεχνολογία, ώστε να εξάγουν τον ήχο του βινυλίου σε ψηφιακή μορφή με το πρότυπο S/PDIF.

Το λέιζερ πικάπ ήταν μία καινοτομία, που σαν ιδέα, εμφανίστηκε το 1977, σαν συσκευή το 1986 και σε εμπορική παραγωγή από το 1997. Αντί κεφαλής και βελόνας, χρησιμοποιεί δέσμες λέιζερ οι οποίες διαβάζουν το δίσκο χωρίς να τον φθείρουν. Παρά το ότι επιδεικνύει υψηλή ποιότητα αναπαραγωγής, για να έχει πιστότητα σε σχέση με την αρχική εγγραφή της ταινίας των στούντιο, θα πρέπει ο δίσκος βινυλίου να είναι πεντακάθαρος, γιατί και η παραμικρή σκόνη δημιουργεί τρομερό θόρυβο. Άλλο μειονέκτημα των λέιζερ πικάπ είναι η αδυναμία τους να διαβάσουν διαφανείς δίσκους βινυλίου ή άλλου χρώματος, πλην των μαύρων. Δεν μπόρεσε να κυριαρχήσει στην αγορά, έναντι του κλασικού πικάπ, παρά τα όποια πλεονεκτήματά του, εξαιτίας των υψηλών τιμών του.


Επιδράσεις: Κοινωνικές και άλλες

Με την έλευση του ηλεκτρικού ρεύματος στα σπίτια των ανθρώπων, το πικάπ σαν ηλεκτρική συσκευή, έκανε εφικτή την αναπαραγωγή μουσικής σε οποιονδήποτε χώρο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, σε κάθε σπίτι, να υπάρξει η δυνατότητα μουσικών ακροάσεων, χωρίς να είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία των μουσικών συνόλων ή συγκροτημάτων. 

Έτσι η κατ' οίκον δυνατότητα μουσικής ψυχαγωγίας επεκτάθηκε και σε χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Μαζί με την τηλεόραση, το πικάπ, βοήθησαν στην εξάπλωση των ριζοσπαστικών ιδεών των νέων τη δεκαετία του 1960. Πολιτισμικά, προέκυψαν νέες συνήθειες. Κυριότερα όμως μεταξύ των νέων, αφού οι κοινωνικές συνευρέσεις σε πάρτυ και η σεξουαλική απελευθέρωση, συμβάδισαν με την εκτεταμένη χρήση του πικάπ και των νέων μουσικών ρευμάτων που επηρέαζαν τους νέους.

 Όλες αυτές οι ιδέες που έφεραν τα τραγούδια μέσα στους στίχους τους, μπορούσαν να αναπαράγονται και να υποστηρίζονται από πολλούς, σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, μέσω της μουσικής η οποία πλέον υπήρχε σε δίσκους βινυλίου. Μία τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση, ήταν το κίνημα των Χίπις. Όπως η μουσική του Έλβις Πρίσλεϊ δημιούργησε ένα μουσικό ρεύμα το οποίο έδωσε ταυτότητα στους νέους της εποχής του, παρόμοια το συγκρότημα των Μπητλς, είχε μεγάλη επίδραση στους νέους, τόση, ώστε να δημιουργηθούν κοινωνικά και πολιτικά κινήματα. .

 Βέβαια εδώ, δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί η προσπάθεια προβολής και καθιέρωσης των τραγουδιστών και συγκροτημάτων ως ειδώλων και προτύπων για οικονομικούς λόγους. Είναι όμως ξεκάθαρο σήμερα, ότι ο προσεκτικός έλεγχος, από τη μουσική βιομηχανία, των εικόνων και των προτύπων αυτών, είχε σαν αποτέλεσμα την υπέρβαση της ψυχαγωγίας και την εμφάνιση μορφών εξάρτησης σε ολόκληρες κοινωνικές ομάδες. 

Άλλη επίδραση της εξάπλωσης της μουσικής με τη βοήθεια του πικάπ, ήταν η διεύρυνση της αναγνωρισιμότητας των καλλιτεχνών σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο. Σε αυτή την αναγνωρισιμότητα στηρίχθηκε και η εξάπλωση της μουσικής βιομηχανίας, η οποία διακινούσε ποσά εκατομμυρίων δολαρίων, στις χώρες που άνθισε και συνέβαλλε στις οικονομίες των χωρών αυτών.




Δεν υπάρχουν σχόλια: