Οι γυναίκες που κάνουν γυμναστική με βάρη διατρέχουν
μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη, ισχυρίζονται οι ειδικοί.
Στο πλαίσιο έρευνας, οι επιστήμονες παρατήρησαν περίπου
100.000 νοσοκόμες για διάστημα οκτώ ετών.
Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι οι γυναίκες που κάθε εβδομάδα
έκαναν τουλάχιστον 150 λεπτά αερόβιες ασκήσεις και το λιγότερο μία ώρα ασκήσεις
μυϊκής ενδυνάμωσης είχαν λιγότερες πιθανότητες κατά 1/3 να εμφανίσουν διαβήτη
τύπου 2 σε σχέση με τις γυναίκες που δεν γυμνάζονταν καθόλου.
Οι ειδικοί εξηγούν ότι η προσπάθεια να διατηρήσουμε τη μυϊκή
μας μάζα λειτουργεί ως ρυθμιστής κατά του διαβήτη. Ο διαβήτης τύπου 2
εκδηλώνεται όταν το πάγκρεας δεν παράγει ινσουλίνη ή όταν τα κύτταρα δεν
ανταποκρίνονται επαρκώς στην παραγόμενη ινσουλίνη.
Το γεγονός ότι η αερόβια γυμναστική (π.χ. ζωηρό περπάτημα,
τζόκινγκ, κολύμπι) είναι σύμμαχος για την υγεία και ότι απομακρύνει τον κίνδυνο
εκδήλωσης διαβήτη είναι χρόνια γνωστό. Αυτό όμως που αποτελεί καινούρια
διαπίστωση είναι ότι η άσκηση με αντιστάσεις προσφέρει επιπλέον προστασία. Για
το λόγο αυτό οι ειδικοί παροτρύνουν να κάνουμε ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης
τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα.
Οι επιστήμονες από το «Harvard Medical School» παραδέχονται
ότι η έρευνά τους δεν είναι ολοκληρωμένη, δεδομένου ότι συγκέντρωσαν στοιχεία
μόνο από μία συγκεκριμένη κατηγορία γυναικών και ότι δεν έκαναν οι ίδιοι τις
μετρήσεις παρά στηρίχθηκαν αποκλειστικά στα λεγόμενα των συμμετεχόντων.
Τονίζουν, ωστόσο, ότι τα ευρήματά τους ταιριάζουν με άλλα αντίστοιχα για τους
άνδρες.
«Η μελέτη παρουσιάζει ελλείψεις ωστόσο ανέδειξε αυτό που
όλοι γνωρίζουμε, ότι δηλαδή το φυσιολογικό βάρος, η υγιεινή και ισορροπημένη
διατροφή σε συνδυασμό με τη σωματική δραστηριότητα συμβάλλουν στη μείωση του
κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2. Πολλοί άνθρωποι αναζητούν εύκολους τρόπους
για να αδυνατίσουν και να γίνουν περισσότερο δραστήριοι. Τους συστήνουμε, λοιπόν,
να ξεκινήσουν μια δραστηριότητα που τους αρέσει», δήλωσε ο Dr Richard Elliot,
εκπρόσωπος τύπου της Βρετανικής Διαβητολογικής Ένωσης.
Τα ευρήματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στην ηλεκτρονική
επιθεώρηση Plos Medicine.
Πηγή: vita.gr