05 Μαρτίου 2021

Τόπειρος


 Στα ανατολικά του χωριού Παράδεισος, στην διασταύρωση της αρχαίας Εγνατίας οδού με τον Νέστο ποταμό, στη δυτική όχθη του, ιδρύθηκε την εποχή του Αυγούστου, στις πρώτες δεκαετίες του 1ου μ.Χ. αι. η Τόπειρος, που υπήρξε έδρα επισκοπής κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο.

Ερείπια της οχύρωσης είναι ορατά και σήμερα επάνω στο δρόμο που οδηγεί από το χωριό Παράδεισος στη Ξάνθη.

Σε διάφορες ιστορικές πηγές η πόλη αναφέρεται και ως Τόπιρος, Τοπηρίς, Τοπιρίς, Τόπερον και Τόπαρον.

Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

Η ίδρυση του οχυρού στο σημείο εκείνο, είναι προφανής. Ο έλεγχος των δρόμων που είχε ανοίξει ο ποταμός Νέστος με το ρου του από Βορρά προς Νότο και ο έλεγχος της μοναδικής Εγνατίας Οδού από Δυσμάς προς Ανατολάς.

Ιστορία

Ο γεωγράφος Στράβων είναι ο πρώτος που αναφέρει την Τόπειρο τον 1ο αιώνα μ.Χ. («Τα Τόπειρα έστι προς Αβδήροις και Μαρωνεία»). Την αναφέρει επίσης και ο Πλίνιος λίγο αργότερα. Ο γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος το 2ο μ.Χ. αιώνα την συμπεριλαμβάνει στον κατάλογο των μεσογειακών πόλεων της Θράκης ως «Τοπιρίς».

Πιστεύεται ότι η πόλις ιδρύθηκε στις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ. σε σημείο όπου προϋπήρχε ένα φυλετικό και θρησκευτικό κέντρο των αρχαίων Θρακών, και συγκεκριμένα της φυλής των Σαπαίων.

Στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα επανιδρύθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής του για την αστικοποίηση των λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών της Ρωμαϊκής επικράτειας. Το όνομα της Ρωμαϊκής πόλης ήταν Ulpia Topirus και εκτεινόταν σε μια μεγάλη σχετικά περιοχή περιλαμβάνοντας οχυρά και μεμονωμένους οικισμούς και στις δύο όχθες του Νέστου.

Η Τόπειρος σημειώνεται ως σταθμός επί της Εγνατίας οδού με το όνομα Topiro σε ένα μεσαιωνικό αντίγραφο χάρτη του 4ου/5ου αιώνα, τον «χάρτη του Πόιτινγκερ» (Tabula Peutingeriana) που απεικονίζει όλα τα σημεία επί των ΡωμαΙκών οδών. Ο χάρτης αυτός, που σημειώνει την Topiro 17 μίλια ανατολικά του Ακοντίσματος, είναι η πιο ισχυρή ένδειξη για τη θέση της Τοπείρου. Υπάρχουν κάποιες θεωρίες που τοποθετούν την Τόπειρο στην Ξάνθη ή κάπου παραθαλάσσια, το πιο πιθανό σημείο όμως είναι το συγκεκριμένο, κοντά στο χωριό Παράδεισος.

Στα τέλη του 4ου αιώνα με αρχές του 5ου, η Τόπειρος ήταν επισκοπική έδρα υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως. Είναι βεβαιωμένο ότι παρέμεινε έδρα επισκόπου τουλάχιστον μέχρι τον 7ο αιώνα. Αυτό δείχνει ότι δεν ήταν ασήμαντη πόλη.

Την πιο εκτεταμένη αναφορά για την Τόπειρο την έχουμε από τον ιστορικό του 6ου αιώνα Προκόπιο, στο έργο Περί Κτισμάτων 4, 11, 14-17, «Έστι δέ τις εν Ροδόπη πόλις αρχαία, Τόπερος ούνομα η ποταμού μέν ρείθρα περιβάλλεται εκ τού επί πλείστον, λόφον δ’ αυτή επανεστηκότα όρθιον είχεν. Αφ’ ού δή ου πολλώ έμπροσθεν Σκλαβηνοίς βαρβάροις εάλω. Αλλά βασιλεύς Ιουστινιανός μέγα τω περιβόλω ύψος εντέθεικεν ώστε υπεραίρει τοσούτω τον λόφον, όσον δή καταδέστερον τα πρότερα ήν».

Έτσι μαθαίνουμε ότι η Τόπειρος καταστράφηκε το 549 μ.Χ. από Σλάβους επιδρομείς. Μετά από εκείνη την καταστροφή, τα τείχη ανοικοδομήθηκαν και κατασκευάσθηκε διατείχισμα μέχρι τον ποταμό για να εξασφαλιστεί ο έλεγχος της ζεύξης του Νέστου. Τόσο η καταστροφή της πόλης όσο και η ανακατασκευή της οχύρωσης έγιναν επί Ιουστινιανού.

Από την περιγραφή της κατάληψης της πόλης το 549, σύμφωνα πάλι με τον Προκόπιο (που ήταν σύγχρονος του Ιουστινιανού), από το βιβλίο του Υπέρ των πολέμων 7, 38, 9-18, πληροφορούμαστε ότι η Τόπειρος ήταν ήδη τειχισμένη και ότι οι βάρβαροι επιδρομείς κατέσφαξαν 15000 άντρες. Αν μη τι άλλο, ήταν μια πολυάνθρωπος πόλη.

Στο ίδιο κείμενο ο Προκοπιος αναφέρει για την επιδρομή των Σλάβων: «...πόλιν ἐπιθαλασσίαν τειχομαχήσαντες εἷλον, καίπερ στρατιωτῶν φρουρὰν ἔχουσαν, Τόπηρον ὄνομα· ἣ πρώτη μὲν Θρᾳκῶν τῶν παραλίων ἐστὶ, τοῦ δὲ Βυζαντίου διέχει ὁδῷ ἡμερῶν δυοκαίδεκα». Δηλαδή, εν συντομία: η Τόπειρος ήταν η πρώτη παραλιακή πόλη της Θράκης 12 μέρες απόσταση από την Πόλη. Το γεγονός ότι κατά τον Προκόπιο η Τόπειρος ήταν «επιθαλασσία», μάλλον σημαίνει ότι οι εκβολές του Νέστου ήταν την εποχή εκείνη πολύ πιο βόρεια.

Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για την μετέπειτα ιστορία της πόλης. Όπως προαναφέρθηκε, παρέμεινε για ένα διάστημα επισκοπική έδρα, αλλά κατά τα φαινόμενα δεν ανέκαμψε ποτέ από την καταστροφή του 549.

Η πλήρης ερήμωση και εγκατάλειψη της πόλης επήλθε μετά το 812, όταν ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Κρούμμος κατέστρεψε πολλές Θρακικές πόλεις.

Η πόλη δεν ξανακούστηκε από τότε. Τα ερείπια ενός ναού της μεσοβυζαντινής περιόδου και κάποιες επεμβάσεις στα τείχη, που ίσως είναι υστεροβυζαντινές, επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι ο οικισμός δεν εγκαταλείφθηκε εντελώς. Αυτό είναι λογικό καθώς τα εναπομείναντα τείχη προσέφεραν κάποια προστασία. Αλλά δεν υπήρξε ποτέ ξανά σπουδαία πόλη ούτε κάποιο άξιο λόγου φρούριο.

Διαδικτυακές πηγές αναφέρουν ότι οι πόλη καταστράφηκε από την ηγεμόνα των Βουλγάρων Ιβαγκό ή Αλέξιο το 1199. Είναι γεγονός ότι ο Ιβαγκός δήωσε πολλές θρακικές πόλεις εκείνη την εποχή και αν όντως υπήρχε ακόμα η Τόπειρος, θα την είχε αποτελειώσει. Αλλά αυτό δεν προκύπτει με σαφήνεια από κάποια ιστορική πηγή. Στην πραγματικότητα, μάλλον είχε πάψει να θεωρείται πόλις και φρούριο αρκετούς αιώνες πιο πριν.


Ο Βυζαντινός συγγραφέας Ιεροκλής ο Γραμματικός αποκαλεί την Τόπειρο «Ρούσιον» (Τόπειρος, νυν Ρούσιον). Εδώ δημιουργούνται κάποιες απορίες γιατί ο Ιεροκλέους «Συνέκδημος» γράφτηκε πριν το 535, δηλαδή αρκετά πριν από τα γραπτά του Προκοπίου όπου δεν αναφέρεται τίποτε για Ρούσιον. Η ονομασία αυτή τροφοδοτεί τις εικασίες ότι η Τόπειρος στην πραγματικότητα ήταν στη σημερινή Ξάνθη, δεδομένου «Ρούσιο» και «Ξάνθεια» είναι σχεδόν συνώνυμα. Στο μεταξύ στη Θράκη υπήρχε και άλλη πόλη «Ρούσιον», που είναι η σημερινή Κεσάνη της Ανατολικής Θράκης, ανατολικά του Έβρου, στην Τουρκία. Αυτό το άλλο Ρούσιον κάποια εποχή διετέλεσε έδρα αρχιεπισκοπής και υπήρξε σημαντική σε όλη τη Βυζαντινή περίοδο, ακόμα και μετά, επί Τουρκοκρατίας.

Σήμερα, δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Τόπειρος λεγόταν πράγματι Ρούσιον ούτε αν υπήρχαν δύο Ρούσια ούτε αν το ένα βρισκόταν εκεί που ήταν παλιά η Τόπειρος. Δεν αποκλείεται ο Ιεροκλής να κάνει λάθος στο μέρος και σε αυτό να παρασύρει και τον Κωνσταντίνος Ζ’ τον Πορφυρογέννητο ο οποίος, στις αρχές του 10ου αιώνα, στο έργο του Περί θεμάτων χρησιμοποιεί την ίδια φράση με τον Ιεροκλή τον Γραμματικό: Τόπειρος, το νυν Ρούσιον.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Σήμερα, σώζεται κομμάτι τείχους, ρωμαϊκών ή βυζαντινών χρόνων. Λόγω της πυκνής βλάστησης, μόνο ένα μικρό τμήμα του τείχους είναι ορατό, αν και το κάστρο εκτείνεται σε έκταση τουλάχιστον 5 στρεμμάτων

Η πόλη έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου. Σώζονται τμήματα τειχών και πύργων. Οι γωνιακοί πύργοι είναι κυκλικοί, οι ενδιάμεσοι τετράπλευροι.

Στην οχύρωση αναγνωρίζονται φάσεις της ρωμαϊκής και της ιουστινιάνειας περιόδου και του 7ου αιώνα.

Έχει ανασκαφεί μερικώς παλαιοχριστιανική βασιλική με μετασκευές της μεσοβυζαντινής περιόδου.


Πηγές

  • Προκόπιος, Περί Κτισμάτων 4, 11, 14-17
  • Προκόπιος, Υπέρ των πολέμων 7, 38, 9-18
  • Στράβων, Γεωγραφικά, 7α, 1.44
  • Ιεροκλής, Συνέκδημος 634.7-9
  • Kωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Περί Θεμάτων 2.37

Δεν υπάρχουν σχόλια: