Ο πύργος του Ολύμπιου ή «Ρωσικό Προξενείο» είναι μια αρχοντική κατοικία της περιόδου της Τουρκοκρατίας με αρκετά οχυρωματικά στοιχεία. Βρίσκεται στα Κάτω Λεχώνια του Δήμου Βόλου.
«Ολύμπιος» ήταν το όνομα της οικογενείας των τελευταίων ιδιοκτητών και ενοίκων (από το 1937 έως το 1970). Δεν γνωρίζουμε αν ακόμα ανήκει στην ίδια οικογένεια.
Ιστορία
Στα Λεχώνια (παλιό όνομα «Καραμπάσι») υπήρχαν τον 18ο και 19ο αιώνα, πολλοί πύργοι (γίνεται λόγος για 60). Από αυτούς τους πύργους στέκονται ακόμα όρθιοι δύο: του Κοκοσλή (στα Άνω Λεχώνια) και του Ολύμπιου, ενώ ένας τρίτος, του Σουλεϊμάν-Καραγιαννοπούλου είναι πλέον εντελώς ερειπωμένος.
Ο πύργος του Ολύμπιου χτίστηκε μάλλον τον 18ο αιώνα και σε αντίθεση με τους άλλους δύο πύργους, ανήκε εξαρχής σε Έλληνα.
Ο πρώτος του ιδιοκτήτης ήταν κάποιος Ατλαζάς (ή Αλατζάς) πρόξενος της Ρωσίας. Γι’ αυτό ο πύργος αναφέρεται και ως Ρωσικό Προξενείο.
Η κόρη του Ατλαζά παντρεύτηκε τον πλούσιο έμπορο από την Πορταριά
Νικόλαο Πατάκη, ο οποίος κληρονόμησε τον πύργο, γύρω στις αρχές του 19ου
αιώνα.
Η μία από τις κόρες του Πατάκη, η Περσεφόνη, κλέφτηκε με τον τσιφλικά Νικόλαο Κοντό,
ο οποίος με τη σειρά του κληρονόμησε τον τίτλο του προξένου και τον
πύργο. Ως ιδιοκτήτης πλέον ο Κοντός, επισκεύασε τον πύργο και πρόσθεσε
το βόρειο τμήμα του, το 1860. Αυτή η προσθήκη διαφέρει αρκετά από το
υπόλοιπο οικοδόμημα.
Το 1897, κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, ο πύργος αποδείχθηκε πολύ χρήσιμος για το χωριό καθώς εκεί κατέφυγαν πολλές οικογένειες Καραμπασιωτών για να γλυτώσουν από το εκδικητικό μένος των Τούρκων. Ο πύργος προσέφερε ασφάλεια επειδή ήταν ρωσικό προξενείο και στη στέγη κυμάτιζε η ρωσική σημαία.
Η οικογένεια Κοντού τη δεκαετία του 1890 έκτισε ένα άλλο μέγαρο που ήταν σε διπλανό οικόπεδο, το σωζόμενο μέχρι σήμερα (αν και όχι σε καλή κατάσταση) «Αρχοντικό Κοντού», όπου μετακόμισε το 1900.
Μετά την αποχώρηση των Κοντών, ο πύργος κατοικήθηκε (με ενοίκιο, προφανώς) από την οικογένεια Σαμαρά (που υπήρξε και βουλευτής) γαμπρός της οποίας ήταν ο Δημ. Ολύμπιος. Στη συνέχεια, από το 1937, κατοικούνταν από την οικογένεια του Γρηγορίου Ολύμπιου. Τελικά, ο πύργος μαζί με τα γύρω κτίσματα και τον οπορώνα αγοράστηκε από την οικογένεια Ολύμπιου το 1956 στην τιμή των 1000 χρυσών λιρών. Πωλήτρια ήταν η τελευταία επιζώσα κόρη της οικογένειας Κοντού, Θέλξα (Θελξινόη).
Ο πύργος κατοικείτο από τους Ολύμπιους ως τα 1970. Στα 1967 κεραυνός έπεσε στο βόρειο τμήμα με αποτέλεσμα να γίνουν ζημιές από την πυρκαγιά, που όμως αποκαταστάθηκαν. Τις τελευταίες δεκαετίες ο πύργος δεν κατοικείται.
Υποτίθεται ότι έχουν γίνει μελέτες για την αποκατάστασή του και ότι ο πύργος είναι υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 1990 (ΦΕΚ 824/28.12.90). Πάντως πρόσφατα βιντεάκια στο YouTube δείχνουν ότι όποιος θέλει μπαίνει μέσα, και το εσωτερικό του είναι εγκαταλειμμένο στην τύχη του και σε όχι καλή κατάσταση.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Οι
πύργοι στα Λεχώνια είχαν –αρχικά– κάποια κοινά χαρακτηριστικά: Ήταν
ευθυτενή και ψηλόκορμα κτίρια με τρία ή τέσσερα ή και πέντε πατώματα,
συνήθως τετραγωνικής κάτοψης, χωρίς εσωτερικές διαιρέσεις (αβέρτο). Το
μέσο εμβαδόν ανά όροφο δεν ξεπερνά τα 15 τ.μ. Η τοιχοποιία είναι δίδυμη
(διπλοντούβαρο) λιθοδομή με ξυλοδεσιές από ξύλο καστανιάς. Το πάχος του
τοίχου ξεπερνά το 1,5 μέτρα, πράγμα που δίνει στατική αντοχή (που ήταν
ένα πρόβλημα λόγω του δυσανάλογα μεγάλου ύψους). Ο τελευταίος όροφος
εξείχε περιμετρικά σχηματίζοντας «εξώστεγο» (προβολή). Οι κλειστοί χώροι
είναι τα «σαχνισιά» (ξεπεταχτά) και οι ανοιχτοί τα «χαγιάτια» (ξάνωγα).
Αυτά στηρίζονται σε οριζόντια «φορούσια» (δοκάρια). Όταν το μήκος των
φορουσιών ήταν μεγάλο, ήταν απαραίτητη η στήριξή τους από κάτω με λοξές
αντηρίδες.
Η είσοδος των πύργων ήταν στον πρώτο όροφο. Η πρόσβαση γινόταν συνήθως
(τα παλιά τα χρόνια) με κινητή σκάλα. Η πόρτα της εισόδου είναι σχετικά
μικρή. Πάνω της υπάρχει «καταχύστρα» (ή «φονιάς» ή «ζεματίστρα»»), απ’
όπου έριχναν καυτό νερό ή λάδι, όταν ο εχθρός πλησίαζε την είσοδο.
Η στέγη είναι καλυμμένη με σχιστόπλακες και οι καμινάδες είναι με φυλάχτρες.
Σε όλους τους πύργους υπάρχουν στις όψεις τους τυφεκιοθυρίδες. Τα
παράθυρα στους κάτω ορόφους είναι λίγα και μικρά, για φωτισμό και
εξαερισμό, ενώ στον τελευταίο όροφο, όπου και η κύρια κατοικία, πολλά
και μεγάλα.
Οι όροφοι εκτός του τελευταίου, χρησιμοποιούνταν βασικά ως αποθηκευτικοί
χώροι. Ο εσωτερικός εξοπλισμός τους συνίσταται σε «παραθύρες» (εσοχές
στους τοίχους) και μικρά ντουλάπια.
Ο πύργος του Ολύμπιου ακολουθεί αυτές τις γενικές αρχές, αλλά στο πέρασμα του χρόνου δέχτηκε αρκετές επισκευές και τροποποιήσεις που τον διαφοροποίησαν από αυτό το πρότυπο.
Το αρχικό τμήμα έχει δίδυμη τοιχοποιία πάχους 1,8 μέτρων, ενώ το νέο που προστέθηκε έναν αιώνα αργότερα, έχει πάχος μόνον 0,8μ. Έχει δύο εισόδους. Η μία ανατολική τοξωτή με κυκλικά σκαλοπάτια στο παλιό τμήμα και η άλλη βόρεια με σκάλα εξωτερική που οδηγεί στον 1ο όροφο, στη νεότερη προσθήκη.
Όπως και στον πύργο Κοκοσλή, έτσι κι εδώ ο τελευταίος όροφος έχει ξαναχτιστεί και ανακαινισθεί με τουαλέτες, εξώστες κ.λπ. Επίσης, εξαιτίας αυτής της επέμβασης, δεν σώζεται το αρχικό χαρακτηριστικό σαχνισί που στηριζόταν σε φουρούσια.
Δίπλα στον πύργο, ανατολικά, υπάρχει αποθήκη / στάβλος και δυτικά ερειπωμένη η γαλιάγρια (ελαιοτριβείο). Το κτήμα ήταν περιφραγμένο με μάντρα ξερολιθιάς. Είσοδοι στο κτήμα υπήρχαν δύο: Μία δυτικά στο δρόμο και μία βόρεια στον επαρχιακό δρόμο. Δίπλα σε αυτή τη βόρεια είσοδο, προς τα δυτικά χτίστηκε το νεώτερο αρχοντικό Κοντού.
Παράλληλες Ιστορίες
Όπως προαναφέρθηκε, πολύ κοντά στον πύργο Ολύμπιου χτίστηκε από τους ίδιους ιδιοκτήτες το «Αρχοντικό του Κοντού», που είναι αρκετά νεώτερο, καθώς χτίστηκε το 1900 και που όντας νέο και χωρίς οχυρωματικά χαρακτηριστικά, δεν το συμπεριλαμβάνουμε στον Καστρολόγο.
Το κτίριο αυτό κτίστηκε από τον Ιταλό μηχανικό Εβαρίστο Ντε Κίρικο, ο οποίος είχε αναλάβει την κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου Θεσσαλίας (μαζί με το τρενάκι του Πηλίου) και ήταν ο πατέρας του γνωστού ζωγράφου Τζόρτζιο ντε Κίρικο.
Πριν τη μετακόμιση των Κοντών στο καινούργιο αρχοντικό, 3 από τα παιδιά τους πέθαναν από φυματίωση μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Εκείνη την εποχή η φυματίωση ήταν εκτός από θανατηφόρα, και κοινωνικό στίγμα, οπότε η επίσημη εκδοχή για το θάνατο των παιδιών ήταν ότι δηλητηριάστηκαν από ένα σαμιαμίδι που έπεσε στην καράφα με το γάλα που ήπιαν τα παιδιά στην κουζίνα του αρχοντικού. Στο παλιό νεκροταφείο Βόλου, ο οικογενειακός τάφος των Κοντών διακοσμείται από ένα συγκλονιστικό γλυπτό όπου απεικονίζεται μια τραπεζαρία με την καράφα χωρίς να λείπει το σαμιαμίδι.
Η τραγική αυτή ιστορία, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι επί κατοχής στο αρχοντικό στεγαζόταν το αρχηγείο των Γερμανοτσολιάδων και έγινε τόπος βασανισμών και εκτελέσεων, δημιούργησε μια ατμόσφαιρα δέους και τρόμου γύρω από αυτό. Η ατμόσφαιρα αυτή ενισχύθηκε και και από άλλες νεώτερες, ευφάνταστες ιστορίες, με αποτέλεσμα σήμερα του Αρχοντικό Κοντού να θεωρείται ένα από τα πιο στοιχειωμένα σπίτια της Ελλάδας.
Πηγές
- Ιστοσελίδα ΑΝΩ ΛΕΧΩΝΙΑ - ΠΗΛΙΟ - Πύργος Ολύμπιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου