25 Ιουνίου 2021

Φρούριο Κασσιώπης

Κάστρο στις βορειοανατολικές ακτές της Κέρκυρας, λίγο παραπάνω από το ψαροχώρι της Κασσιώπης. Ήταν ένα από τα τρία κάστρα της Βυζαντινής περιόδου που διασφάλιζαν την άμυνα του νησιού πριν από την Ενετική περίοδο (1386-1797). Τα κάστρα αυτά αποτελούσαν ένα αμυντικό τρίγωνο, με το Γαρδίκι που υπερασπιζόταν τα νότια του νησιού, την Κασσιώπη τα βορειοανατολικά και το Αγγελόκαστρο τα βορειοδυτικά.

Πρόκειται για παμπάλαιο κάστρο που όμως δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Κέρκυρας. Εικάζεται ότι η ιστορία του κάστρου ξεκινά στα τέλη του 6ου αιώνα επί βασιλείας του αυτοκράτορα Μαυρικίου.


Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

Η θέση του στις βορειοανατολικές ακτές της Κέρκυρας, επιβλέποντας τον Πορθμό της Κέρκυρας ο οποίος χωρίζει το νησί από την ηπειρωτική χώρα παρείχε στο κάστρο πλεονεκτική θέση και υψηλή στρατηγική σημασία.


Ιστορία

Η ιστορία του φρουρίου είναι αρκετά ομιχλώδης. Στις επιστολές του πάπα Γρηγόριου του Διαλόγου, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ η Κασσιώπη χαρακτηρίζεται castrum και αναφέρεται ότι εκεί εγκαταστάθηκαν ο επίσκοπος και κάτοικοι της Εύροιας (σημερινό Γλυκύ Θεσπρωτίας) μεταφέροντας μαζί τους το λείψανο του Αγίου Δονάτου, το οποίο εναποτέθηκε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη εντός του κάστρου. Βάσει αυτών, κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο χώρος οχυρώθηκε τον 6ο με 7ο αιώνα πάνω σε Ρωμαϊκά ερείπια. Την κατάσταση περιπλέκουν οι χρονικογράφοι του 11ου - 12ου αιώνα αφού άλλοτε αναφέρουν την Κασσιώπη λιμάνι, άλλοτε castrum, άλλοτε κατεστραμμένη και γεμάτη φίδια, χωρίς να καθίσταται σαφές αν υπήρχε κάστρο ή όχι και αν υπήρχε οικισμός εντός ή εκτός του.

Οι περιηγητές του 17ου αιώνα μιλούν μόνο για τείχη και τίποτε άλλο εντός, παρόλο που στις γκραβούρες που συνοδεύουν τα έργα τους απεικονίζονται ερείπια εντός των τειχών. Είναι εμφανές ότι στις πηγές επικρατεί σύγχυση σχετικά με τα ερείπια της αρχαία πόλης και ίσως οι πρώιμες αναφορές για κάστρο να μην σχετίζονται με το υπάρχον. Διότι οι μέχρι τώρα έρευνες συγκλίνουν στο ότι το υπάρχον οχυρό έχει μια οικοδομική φάση, αρκετά μεταγενέστερη μεσαιωνική, χτίστηκε βιαστικά για συγκεκριμένο λόγο, σ' άλλη θέση από την αρχαία πόλη με την οποία δεν πρέπει να συμβάδισε και δεν φαίνεται να συμπεριέλαβε συγκροτημένο οικισμό. Πάρα ταύτα, όλα τα ενδεχόμενα είναι ακόμη ανοικτά διότι αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο του κάστρου, έφεραν στο φως ευρήματα πρωτοβυζαντινής και μεσοβυζαντινής εποχής. Άρα ο χώρος ήταν ήδη σε χρήση κατά τα πρωτοβυζαντινά χρόνια και ίσως έχει βάση το πρώτο σενάριο.

Πιο πιθανή πάντως, αν και πάλι δεν έχει εντοπιστεί σχετική μαρτυρία, θεωρείται η κατασκευή του στα Βυζαντινά χρόνια, κατά τον 12ο με αρχές 13ου αιώνα και αυτό υποστηρίζεται από τα μορφολογικά του στοιχεία. Σ' αυτήν τη χρονική περίοδο έχουν χαθεί για πάντα οι βυζαντινές κτήσεις στην Ιταλία. Η Κορυφώ (Κέρκυρα) αποτελεί πλέον το δυτικό σύνορο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και καθίσταται συχνά πεδίο συγκρούσεων Βυζαντινών και Νορμανδών. Αυτό επέβαλε ως ανάγκη την αναβάθμιση των οχυρώσεων της νήσου και ενδεχομένως τότε έγιναν οι οχυρώσεις στην Κασσιώπη.

Το 1081, ο Κόμης Βοϊμόνδος του Τάραντα κατέλαβε το κάστρο κατά τις αρχές της πρώτης εισβολής των Νορμανδών στην Ελλάδα

Το 1084, το φρούριο έπεσε στα χέρια του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού, αφότου ο τελευταίος νίκησε το νορμανδικό στόλο μετά από τρεις ναυμαχίες στα Στενά της Κέρκυρας. Το 1267, οι Ανδεγαυοί κατέλαβαν το κάστρο, ενώ το 1386, το κάστρο έπεσε στα χέρια των Ενετών μετά από σύντομη αντίσταση. Υπάρχει μια θεωρία ότι το κάστρο κτίστηκε επί Ανδηγαυών (1267 – 1386), δηλαδή από την οικογένεια του Καρόλου του Ανζού, η οποία όμως αντικρούεται από τα ιστορικά ντοκουμέντα εκείνης της εποχής που δεν μνημονεύουν ανέγερσή του και στα περί εφοδιασμού των κάστρων που λειτουργούσαν τότε στην Κέρκυρα, δεν γίνεται πουθενά λόγος γι' αυτό της Κασσιώπης. Πιθανότατα επανδρώθηκε στα τελευταία χρόνια των Ανδηγαυών επί ηγεμονίας Jacques des Baux (1382 – 1383). Πάντως γεγονός είναι ότι το 1386, έτος κατάληψης της νήσου από τους Βενετσιάνους, το κάστρο κατείχαν οι Γενοβέζοι οι οποίοι αρνούνταν να παραδοθούν. Οι Βενετσιάνοι έπειτα από πολιορκία και σκληρές μάχες εκπόρθησαν το φρούριο, το παρόπλισαν και το αχρήστευσαν, από φόβο μην ξαναπέσει σε εχθρικά χέρια.

Επί Ενετοκρατίας μάλλον δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στο φρούριο ούτε πραγματοποιήθηκαν κάποιες επεμβάσεις. Κατά τα ασέδια του 16ου αιώνα η Κασσιώπη παραδόθηκε στις φλόγες που δεν φαίνεται να υπήρξε αποτέλεσμα επιθετικής ενέργειας. Μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα είχε πια παροπλιστεί. Αποτέλεσμα της στάσης αυτής των Ενετών ήταν ότι κατά την πολιορκία της Κέρκυρας από τους Οθωμανούς το 1537 και το 1761, οι κάτοικοι της περιοχής που δεν κατάφεραν να γλιτώσουν σφαγιάστηκαν ή πωλήθηκαν ως σκλάβοι.

Οι αρχειακές πηγές μαρτυρούν ότι πριν το 1561 η βενετσιάνικη διοίκηση είχε προχωρήσει στην εγκατάσταση μισθοφόρων (stradioti) Αναπλιωτών στην Κασσιώπη, παράλληλα με παραχώρηση γης εκεί, άγνωστο όμως αν δρούσαν από το ρημαγμένο κάστρο. Κατά το 1688, σύμφωνα με τον Ολλανδό περιηγητή Dapper, το κάστρο ήταν εγκαταλελειμμένο, γεμάτο βάτους και δεν εμφάνιζε παρά μόνο τείχη και μερικούς κατεστραμμένους πύργους.

Εν τέλει, η από αιώνων εγκατάλειψή του, η χρήση του ως πηγή έτοιμου οικοδομικού υλικού για τις οχυρώσεις στην Χώρα και προφανώς για τον νεότερο οικισμό της Κασσιώπης, έδωσαν στο φρούριο την σημερινή του μορφή, εξαφανίζοντας το σχεδόν σε κάποια σημεία. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έγινε εκτεταμένη αναπαλαίωση σε κάποια τμήματα του υποβοηθώντας το στην μάχη ενάντια στο χρόνο.


Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Το πρώτο που συναντά κανείς είναι το πιο χαρακτηριστικό τμήμα του κάστρου, η αναπαλαιωμένη κεντρική πύλη με ανακουφιστικό τόξο στο υπέρθυρο, μορφολογικό στοιχείο καθαρά βυζαντινό. Αυτή πλαισιώνεται από δύο διώροφους πύργους που της προσέφεραν ισχυρή προστασία.

Η περίμετρος του κάστρου έχει μήκος 1,073 χλμ και είναι τετράπλευρου σχήματος με 19 ισχυρούς πύργους εναλλασσόμενων κυκλικών και ορθογώνιων διατομών που προστατεύουν τα τείχη και έχουν φορά από τα νοτιοδυτικά προς τα βορειοανατολικά.

Το εσωτερικό του κάστρου είναι συνολικής έκτασης 35,177 m2 και είναι κενό οποιασδήποτε κτιριακής εγκατάστασης αν και είναι κατάφυτο από ελαιόδεντρα. Ο κεντρικός πύργος του κάστρου έχει εξαφανιστεί, ωστόσο η κύρια πύλη παραμένει στην θέση της

Καθένας από τους πύργους της πύλης, είχε δύο πατώματα, ενώ η πύλη διαθέτει επιμηκυμένα τείχη τα οποία περιορίζουν την πρόσβαση από τα πλάγια, ένα χαρακτηριστικό το οποίο είχε σχεδιαστεί για την αποφυγή αιφνιδιαστικής ενέδρας από εχθρό που ήταν κρυμμένος στα πλάγια της πύλης. Το πάχος των τειχών στο ύψος της πύλης είναι 1,9 m.

Υπάρχουν ενδείξεις που καταδεικνύουν ότι και οι δύο πύργοι στα πλευρά της πύλης περιελάμβαναν μηχανισμούς που βοηθούσαν στον καλύτερο έλεγχο της μεταλλικής πύλης. Η άμυνα του κάστρου επιτυγχανόταν κυρίως μέσω της άμυνας με την χρήση των πολεμιστρών, αν και καμία πολεμίστρα δεν έχει διατηρηθεί έως σήμερα. Το σχήμα των πολεμιστρών δεν είναι επιβεβαιωμένο και αν και στις καλλιτεχνικές τους αναπαραστάσεις μοιάζουν με το γράμμα "M", ωστόσο, παραμένει άγνωστο αν αυτό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή αποτελεί, απλώς, έμπνευση του καλλιτέχνη.

Από τη στιγμή που τα τείχη του κάστρου είναι κατακόρυφα, και όχι κυρτωμένα ώστε τα βλήματα των κανονιών να αναπηδούν επάνω τους, ο σχεδιασμός τους ήταν τέτοιος ώστε να μη καθιστούν δυνατή τη χρήση οποιαδήποτε πολιορκητικής μηχανής η οποίας προϋπήρχε των κανονιών. Σε αυτές τις μηχανές συμπεριλαμβάνονταν οι σκάλες, οι πολιορκητικοί πύργοι, καθώς και οι πολιορκητικοί κριοί. Ο γενικότερος σχεδιασμός του κάστρου είναι δεν είναι ιδιαίτερα προσεγμένος κάτι που ενισχύει την άποψη ότι το κάστρο θεωρούνταν επαρχιακό και δευτερευούσης σημασίας.


Θρύλοι και Παραδόσεις

Τέλος, όπως κάθε καλό μεσαιωνικό κάστρο έτσι και αυτό της Κασσιώπης σχετίζεται με έναν δράκο. Έναν περίπου αιώνα μετά την εγκατάλειψη του φρουρίου είχε ήδη αρχίσει να κυκλοφορεί ο μύθος ότι η πόλη (ή το κάστρο) ερημώθηκε από έναν δράκο που ξερνούσε φωτιά θανατώνοντας τους περισσότερους κατοίκους και διώχνοντας τους υπόλοιπους. Σύμφωνα με κάποιους ο δράκος ίσως αποτελεί μεταφορική προσωποποίηση της χρήσης πρώιμης μορφής κανονιών και πυρίτιδας κατά την πολιορκία. Άλλη γνώμη σχετίζει τον θρύλο με την έντονη ύπαρξη φιδιών, γεγονός που επισημαίνεται από διάφορους περιηγητές. 


 

Δεν υπάρχουν σχόλια: