Ακόμη μια φορά ένα σοκαριστικό έγκλημα στο προσκήνιο με θύμα ένα παιδί. Ένα έγκλημα για το οποίο δεν υπάρχουν λόγια, ωστόσο αρχίζει πάλι η υπερβολική προβολή, οι κούφιες αερολογίες, το δήθεν ενδιαφέρον. Δεν υπάρχουν λόγια για αυτά τα εγκλήματα που ξανά και ξανά αποκαλύπτονται. Είναι χρέος μας να σιωπούμε, αν θέλουμε να σεβαστούμε τα θύματα.
Κάποια στιγμή θα πρέπει κάποιοι αρμόδιοι φορείς να απαγορεύσουν τις αναδημοσιεύσεις υλικού, που αφορά σε άτομα, που έχουν δολοφονηθεί ή κακοποιηθεί, κυρίως αν είναι παιδιά. Δεν έχουμε δικαίωμα να εκθέτουμε τις φωτογραφίες ή τα κείμενα ή τις ζωγραφιές ή τα λόγια τους ή τα ονόματά τους. Στο όνομα του ελεύθερου λόγου δεν είναι δυνατόν να παραβλέπεται το δικαίωμα ενός παιδιού να μην βιώνει «εισβολή» στη ζωή του και στο τραύμα του ή στη μνήμη του, αν είναι νεκρό.Το πιο ανησυχητικό μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση είναι ότι την εισπνέουν οι υπόλοιποι ανήλικοι παντού. Μετά το metoo παρατηρούμε ασταμάτητη αναπαραγωγή ειδήσεων για βιασμούς και παιδεραστία και εγκλήματα με θύματα παιδιά. Δεν θα ξεχάσω πώς ένιωθα, όταν ως παιδί τη δεκαετία του ’90 επικρατούσε ένα αντίστοιχο πανηγύρι στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τα εγκλήματα των σατανιστών της Παλλήνης. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ για πολύ καιρό και ακόμη και τα τρέιλερ των εκπομπών, στις οποίες συζητούσαν για το θέμα, με γέμιζαν τρόμο.
Την περίοδο που τα κανάλια και οι φυλλάδες ασχολούνταν νοσηρά με την υπόθεση της Πάτρας μίλησα σε ένα σχολείο σε μια ομάδα δασκάλων. Μια δασκάλα παιδιών δημοτικού είπε πως οι μαθητές της συζητούσαν και ρωτούσαν διαρκώς για την υπόθεση αυτή και πώς δεν ήξερε τι να τους απαντήσει. Όταν κάτι είναι τόσο σοκαριστικό ακόμη και για εμάς τους ενήλικες, για τον δικό τους ευάλωτο κόσμο μπορεί να είναι ιδιαίτερα ψυχικά βίαιο. Κάθε συζήτηση για αυτό προκαλεί αμηχανία.
Πέραν αυτού, ο τρόπος που η τηλεόραση χειρίζεται τα θέματα των εγκλημάτων είναι διπλά καταστρεπτικός, γιατί δίνει μια λανθασμένη εικόνα για τη ζωή. Όταν ανοίγουμε συζητήσεις για τέτοια θέματα, είναι καλό να τις ανοίγουμε σωστά. Είναι καλό να προβάλουμε και την υγιή διάσταση, να δίνουμε σωστά πρότυπα, να διδάσκουμε τρόπους αυτοπροστασίας, να δίνουμε ελπίδα και να προωθούμε την αγάπη και την πίστη στη ζωή.
Πόσο διαφορετικά θα ένιωθαν και θα έπρατταν οι άνθρωποι, αν όσο συχνά έβλεπαν στις ειδήσεις εγκληματίες, έβλεπαν κι ανθρώπους που καθημερινά βοηθούν άλλους ή κάνουν κάτι ευγενές κι αξιοθαύμαστο;
Μήπως η διαρκής προβολή βίας συμβάλλει εν μέρει στην παραγωγή κι άλλης βίας;
Πώς οι νέοι θα προσπαθήσουν να γίνουν καλοί και χρήσιμοι άνθρωποι, όταν τους παρουσιάζουμε μόνο έναν κόσμο με φρικτό έγκλημα;
Τι θα γινόταν αν στα σχολεία υπήρχαν σοβαρά προγράμματα σεξουαλικής αγωγής από ειδικούς, που θα βοηθούσαν τα παιδιά να αναγνωρίζουν κινήσεις σεξουαλικής παρενόχλησης ή επίθεσης και να ξέρουν πώς να ζητήσουν βοήθεια σε τέτοιες περιπτώσεις;
Επίσης, εκπαιδευμένοι αστυνομικοί θα έπρεπε να μιλάνε στα σχολεία και να ενημερώνουν τους ανηλίκους για το τι είναι παράνομο, ειδικά σε σχέση με το διαδίκτυο. Οι έφηβοι σήμερα ανταλλάζουν γυμνές φωτογραφίες τους, όπως άλλοτε αντάλλασσαν κάρτες με αρκουδάκια. Δεν στέλνουν τις δικές τους φωτογραφίες μόνο, αλλά επίσης διακινούν φωτογραφίες άλλων. Τις περισσότερες φορές αγνοούν τη σοβαρότητα αυτού που κάνουν.
Οι γονείς δεν μπορούν να προστατέψουν απόλυτα τα παιδιά από τους κινδύνους του διαδικτύου. Η σχέση με τις οθόνες είναι ένα πεδίο σύγκρουσης και δεν θα τους ακούσουν εύκολα ή από αντίδραση θα κάνουν το αντίθετο από αυτό που τους λένε. Η Πολιτεία και άλλα άτομα με κύρος, όπως δάσκαλοι, αστυνομικοί, ειδικοί ψυχικής υγείας πρέπει να αναλάβουν αυτό το έργο μέσω των σχολείων.
Ως γονείς, ως δάσκαλοι, τι μπορούμε να πούμε στα παιδιά ή τους εφήβους, που άκουσαν στις ειδήσεις για βιασμούς ή για το οποιοδήποτε σοκαριστικό έγκλημα, που με τον τίτλο «υπόθεση θρίλερ» γίνεται προϊόν δημόσιας κατανάλωσης;
Οφείλουμε να τους πούμε πως το κακό υπάρχει και ναι, μερικές φορές είναι μεγάλο, μπορεί να προκαλέσει σοκ, φόβο, θυμό, αβάσταχτη λύπη. Αυτό δεν μπορούμε ούτε να το κρύψουμε, ούτε να το υποτιμήσουμε. Μπορούμε να τα καθησυχάσουμε, όμως, λέγοντας πως αυτές οι περιπτώσεις δεν είναι συχνές και το πιο πιθανό είναι πως δεν θα τις συναντήσουν στη ζωή τους. Είναι σημαντικό να επαναφέρουμε το αίσθημα της ασφάλειας μέσα τους. Δεν έχει κανένα νόημα τόσο εκείνα όσο κι εμείς να αφήνουμε το κακό του κόσμου να μπαίνει μέσα στην ψυχή μας. Είναι καλό να το αφήνουμε απ’ έξω.
Είναι καλό να κλείνουμε την τηλεόραση, όταν νιώθουμε πως κάτι που επαναλαμβάνεται αρχίζει να μας προκαλεί εμμονή ή ταραχή. Αυτό είναι αυτοφροντίδα. Αν είμαστε καλά, μόνο τότε μπορούμε να κάνουμε εμείς το όποιο καλό μπορούμε να κάνουμε και να προστατεύουμε όσο μπορούμε τον εαυτό μας.
Τα παραπάνω λόγια είναι για τα παιδιά.
Εμείς οι ενήλικοι χρειάζεται να έχουμε στο μυαλό μας και την ευθύνη, την ευθύνη για τα όσα λέμε, την ευθύνη για τα όσα γράφουμε και κοινοποιούμε, την ευθύνη για τα όσα πράττουμε. Δεν είμαστε νήπια για να ξεφωνίζουμε κάθε φορά που συμβαίνει κάτι που μας σοκάρει χωρίς να ξέρουμε τι λέμε. Το μίσος ποτέ δεν φέρνει ανακούφιση, μόνο δηλητηριάζει αυτόν τον ίδιο που μισεί.
Σε περιπτώσεις υποθέσεων που μας προκαλούν τρόμο, φρίκη και οργή το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να δείξουμε σεβασμό προσέχοντας πολύ τι αναπαράγουμε.
Το δεύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διεκδικήσουμε μια δημοσιογραφία κι ένα διαδίκτυο με ηθική και σεβασμό, που δεν βιάζει, που δεν εξοντώνει για δεύτερη φορά τα θύματα και τις οικογένειές τους.
Δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να πάρει τον πόνο των ανθρώπων που βίωσαν βία ή των συγγενών τους. Μπορεί, όμως, να μην συμβάλλει στο πόνο που τους δημιουργείται, όταν η βία αυτή αποκαλύπτεται.
Huffington Post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου