Σε λίγο έρχεται η γιορτή των Θεοφανείων όπου εορτάζεται η Βάπτισης του Χριστού στον Ιορδάνη ποταµό από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδροµο και συµβολίζει την αναγέννηση και την παλιγγενεσία της ανθρωπότητας.
Στην πραγµατικότητα πρόκειται για υπολανθάνουσα λατρεία των νερών, αφού τη νύχτα της 5ης Ιανουαρίου πιστεύουν ότι ανοίγουν οι ουρανοί, η θάλασσα γλυκαίνει, οι άνεµοι ηµερεύουν, ακόµη και τα ζώα µιλούν όπως αναφέραμε σε παλαιότερο δημοσίευμα μας. Κυριότερο πάντως είναι οτι αγιάζονται τα νερά φεύγουν οι καλικάντζαροι και επιστρέφουν πάλι στον Κάτω Κόσμο.
Η προέλευση των καλικάντζαρων
Η επιβίωση των ελληνικών καλικαντζάρων έως σήµερα είναι συµβολική ή χιουµοριστική. Για τη (δεισιδαιµονική) προέλευση των Καλικαντζάρων στην Ελλάδα, έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες, από τις οποίες οι δύο αξιοπρόσεχτες. Η πρώτη αναφέρει οτι οι καλικάντζαροι έµειναν στη μνήµη του λαού από τις µεταµφιέσεις των βυζαντινών χρόνων που τις µέρες εκείνες ήταν ελεύθεροι να ενοχλούν τους πολίτες και στη δεύτερη θεωρία οι καλικάντζαροι συµβολίζουν τους νεκρούς δαίµονες, τους αρχαίους Κήρες ή Νεκυδαίµονες που την συγκεκριµένη περίοδο του χειµώνα των τροπών του ηλίου ανέβαιναν, σύµφωνα µε τις ελληνικές δοξασίες, στη γη.
Είναι τα ίδια δαιμόνια με αυτά του Δωδεκαημέρου όπως πίστευαν οι αρχαίοι Αθηναίοι και ήταν ψυχές στον Άδη. Κατά την εορτή των Ανθεστηρίων ο Άδης ήταν ανοιχτός και οι ψυχές επανέρχονταν στον κόσµο, ενοχλούσαν τους ανθρώπους και µίαιναν τις τροφές. Τα στοιχεία αυτής της δεύτερης θεωρίας που θέλουν την καταγωγή των καλικαντζάρων από τον κάτω κόσµο φαίνετι να είναι η επικρατέστερη.
Εκεί βρίσκονται όλο τον υπόλοιπο χρόνο, εκτός από τις μέρες του Δωδεκαηµέρου όπου οι ψυχές των νεκρών ανεβαίνουν και παίρνουν την µορφή των καλικαντζάρων «δηλαδή µαλλιαροί σαν αράπηδες, κάνουν θόρυβο, περιπλανόµενοι, πηδούν, χορεύουν και ενοχλούν χωρίς όμως να κακοποιούν τους ανθρώπους». Το ότι µιαίνουν τις τροφές είναι στοιχείο που καθιστά πιθανό τον συσχετισµό των καλικαντζάρων µε τους νεκρούς, οι οποίοι κατά την λαϊκή πίστη σε ορισµένη εποχή επιστρέφουν για λίγο χρόνο µεταξύ των ζωντανών .
Το κύριο μέσο για να κρατηθούν οι καλικάντζαροι µακριά από την κατοικία και τους ανθρώπους είναι οι φωτιά, η οποία στην κοινή αντίληψη έχει αποτρεπτική δύναµη για τους δαιµόνους (καλικάντζαρους). Ο φόβος αυτός δηµιούργησε πληθώρα άλλων εθίμων όπως το χριστόξυλο, το πάντρεµα της φωτιάς κ.α. Οι καλικάντζαροι έρχονταν την παραμονή των Χριστουγέννων και έφευγαν τα Θεοφάνεια.
Έχουν διάφορες ονομασίες: Λυκοκαντζαραίοι, σκαρικατζέρια, καρκατζέλια, πλανήταροι (Κύπρος), Κάηδες (Σύμη), καλλισπούδηδες, χρυσαφεντάδοι (Πόντος), κωλοβελόνηδες, παρωρίτες ή παραωρίτες (πριν από το λάλημα του πετεινού), παγανά.
Συμβολίζουν το σκοτάδι και ζουν όλο το χρόνο στα έγκατα της γης, προσπαθώντας να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Όταν είναι πολύ κοντά να το πετύχουν, την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη δημιουργώντας προβλήματα στους ανθρώπους. Η πίστη για τους καλικαντζάρους ως δαιμονικών όντων που ζουν κάτω από τη γη στηρίζεται στην κοσμοθεωρία περί ακινησίας της γης (το γαιοκεντρικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο η γη είναι ακίνητη και γύρω της κινούνται τα άλλα ουράνια σώματα. Η γη είναι προσηλωμένη στον θόλο του ουρανού).
Ποιοι είναι οι καλικάντζαροι
Οι Καλικάντζαροι σύμφωνα με την παράδοση είναι 18. Κανείς δεν μοιάζει με τον άλλο και έχει ο καθένας ένα χαρακτηριστικό και ένα κουσούρι. Αρχηγός τους θεωρείται από πολλούς ο Μαντρακούκος που είναι κουτσός κι άγριος και ο πιο επικίνδυνος απ’ όλη την ομάδα.
Του αρέσει να πειράζει τις γυναίκες στους δρόμους. Δεξί του χέρι ο Μαγάρας, με την τεράστια κοιλιά του, ο οποίος μαγαρίζει όλα τα φαγητά και τα γλυκά. Μετά ακολουθούν οι εξής: Ο Μαλαγάνας ξεγελάει τα παιδιά με γλυκόλογα και έτσι καταφέρνει να τους παίρνει τα γλυκά. Ο Τρικλοπόδης έχει χταποδίσιο χέρι που το χώνει παντού και σκουντουφλάνε πάνω του οι άνθρωποι.
Ο Πλανήταρος από την άλλη κοροϊδεύει τους ανθρώπους γιατί μπορεί να μεταμορφώνεται σε ζώο ή σε κουβάρι. Ένας από τους πιο «ζωηρούς» είναι ο Μαλαπέρδας ο οποίος θέλει να ουρεί μέσα στα φαγητά. Για αυτό και η παράδοση θέλει τις ημέρες του Δωδεκαημέρου οι μάγειρες και οι μαγείρισσες να κλείνουν οπωσδήποτε τις κατσαρόλες με τα φαγητά. Ο Καταχανάς τρώει διαρκώς και τα πάντα. Ρεύεται και μυρίζει απαίσια. Αυτός κάνει παρέα με τον Περίδρομο ο οποίος είναι ο άλλος φαταούλας της παρέας.
Ο Κουλοχέρης είναι σαραβαλιασμένος, μ’ ένα χέρι κοντό κι ένα μακρύ, κι όλο μπερδεύεται και πέφτει κάτω. Ο Παρωρίτης από την άλλη έχει μύτη σαν προβοσκίδα και κάνει εμφανίσεις λίγη ώρα πριν λαλήσει ο πετεινός και παίρνει τις φωνές των ανθρώπων.Ο Γουρλός με τα τεράστια μάτια του παρακολουθεί τα πάντα ενώ ο κουτσός και καμπούρης Κοψομεσίτης τρελαίνεται για τηγανίτες. Ένας από τους πιο περίεργους είναι ο Σταβολαίμης που γυρνάει σαν σβούρα ενώ ίσως ο πιο «αθυρόστομος» είναι ο Κοψαχείλης ο οποίος τα έχει βάλει με τους παπάδες.
Ο Κωλοβελόνης θεωρείται ο τρίτος στην ιεραρχία των καλικάντζαρων. Είναι μακρύς σαν μακαρόνι κι έτσι μπορεί εύκολα να περνάει από τις κλειδαρότρυπες κι από τις τρύπες του κόσκινου. Είναι ιδιαίτερα σβέλτος και γρήγορος στις κινήσεις του.Ο Κατσικοπόδαρος είναι αυτό που λέει το όνομά του: Άσχημος, καμπούρης, ελεεινός και γρουσούζης. Όπου μπει το κακορίζικο ποδάρι του έρχεται η καταστροφή. Οι τελευταίοι της ομάδας είναι ο τεράστιος και βατραχόμορφος, Βατρακούκος καθώς και ο Παγανός. Ο Παγανός είναι κουτσός. Λατρεύει τη στάχτη και γι’ αυτό τρυπώνει από τις καμινάδες. Φοβάται όμως πιο πολύ απ’ όλους τους Καλικάντζαρους τη φωτιά και γι’ αυτό οι νοικοκύρηδες φροντίζουν να μη σβήσει κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου.
Οι καλικάντζαροι σε άλλους λαούς
Με παρεμφερή ονόματα υπάρχουν οι καλικάντζαροι και στους Βαλκανικούς λαούς. Και στους άλλους χριστιανικούς λαούς εμφανίζονται δοξασίες για δαιμονικά όντα κατά το Δωδεκαήμερο: Λυκάνθρωποι, Στρίγγλες, Μάγισσες, Νόρνες. Παγανά είναι γενικότερα τα εξωτικά και τα φαντάσματα . Η λέξη προέρχεται από το Paganus που σημαίνει τον χωρικό, τον αστράτευτον (παγάνα, παγανιά) και κατόπιν τον εθνικό και μη χριστιανό. Στα αγγλικά pagan είναι ο ειδωλολάτρης. Και παγανή Κυριακή σημαίνει την Κυριακή που δεν έχει άλλη εορτή ενώ παγανό αποκαλείται το αβάπτιστο νήπιο. Πιστεύεται ότι τα βρέφη που πέθαναν αβάπτιστα γίνονται παγανά, τελώνια, καλικάντζαροι.
Στη Βενετία την παραμονή των Χριστουγέννων γεννιόντουσαν οι μάγισσες και οι στρίγγλες. Στη Γαλλία οι Loup-garous τριγυρνούσαν στους δρόμους τη νύχτα των Χριστουγέννων και έτρωγαν τα σκυλιά. Την ίδια νύχτα στις Σκανδιναβικές δοξασίες έβγαιναν στους δρόμους τα ΤΡΟΛ και άλλα σατανικά πλάσματα και οι άνθρωποι τα εξευμένιζαν με θυσίες. Στην Ισλανδία πίστευαν ότι κάθε Χριστούγεννα 9 julesveinar κατέβαιναν από τα βουνά για να αρπάξουν παιδιά και να τα οδηγήσουν στις σπηλιές των ξωτικών. Στη Γερμανία, το δωδεκαήμερο ανέβαινε στη γη ο Άγριος Κυνηγός, η Λυσσασμένη Στρατιά, οι μάγισσες και οι τερατόμορφες γυναίκες που έκλεβαν τα μωρά από την κούνια τους, γι’ αυτό οι άνθρωποι έπρεπε να κλειδώνονται μέσα μετά τη δύση του ήλιου και να μην κάνουν καμιά δουλειά εκείνες τις ημέρες.
Οι καλικάντζαροι στην Ελλάδα
Οι καλικάντζαροι μένουν ανάμεσα στους ανθρώπους 12 μέρες ως την παραμονή των Φώτων αφήνοντας στην ησυχία του το δέντρο της Ζωής να αναβλαστήσει. Ο λαός τους φαντάζεται μαύρους και άσχημους, κουτσούς, ψηλούς με μάτια κόκκινα, πόδια τραγίσια και σώμα τριχωτό. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να τους εξουδετερώσουν με διάφορους τρόπους και κυριότερα με τη φωτιά, η οποία καίει συνεχώς στο τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο. Διάλεγαν ένα κούτσουρο («δωδεκαμερίτης», «χριστόξυλο») και μάλιστα από αγκαθωτό δέντρο.
Με τη στάχτη του ράντιζαν το σπίτι ξημερώματα παραμονής Θεοφανείων τρέποντας σε φυγή τα δαιμόνια. Και στα νησιά έφταναν οι καλικάντζαροι. Με το καράβι τους. Κάνουν ζημιές: Χύνουν το νερό, τ’αλεύρι, κατουρούν τη στάχτη. Γι αυτό και βάζουν στη φωτιά ρείκια, αλάτι, που κάνουν κρότο, ή ρίχνουν κανένα πετσί να βρωμάει». Ο λαός πιστεύει ότι Καλικάντζαροι γίνονται όσοι γεννιούνται το Δωδεκαήμερο, γιατί έχουν συλληφθεί την ίδια μέρα με το Χριστό. Θέλουν να κάνουν κακό στους ανθρώπους. Είναι άσκημοι, κουτσοί, εριστικοί, ανόητοι γιατί δεν βοηθά ο ένας τον άλλον και για το λόγο αυτό είναι αναποτελεσματικοί στο να κάνουν κακό. Όσους περπατούσαν τη νύχτα έξω τους ανάγκαζαν να χορέψουν μαζί τους (είναι χαρακτηριστικό το παραμύθι με τη Μάρω που γύριζε από το μύλο τη νύχτα). Οι μυλωνάδες που εργάζονταν στο μύλο, ο οποίος ήταν συνήθως χτισμένος σε μέρος μακριά από τον καθαγιασμένο χώρο του οικισμού, δίπλα σε ποτάμι, είχαν πάρε δώσε με καλικαντζάρους. Σε μια ευτράπελη διήγηση ο μυλωνάς ψήνει πέρδικα ή γουρουνάκι κι ο καλικάντζαρος βάτραχο. Ο μυλωνάς καίει τον καλικάντζαρο με τη σούβλα και του λέει ότι κάηκε ατός του (μόνος του), απάντηση που είχε δώσει ο Οδυσσέας στον κύκλωπα Πολύφημο.
Στην Άντισσα της Λέσβου λένε πως οι Καλικάντζαροι έρχονται την πρώτη μέρα του Δωδεκαημέρου, που είναι τα Χριστούγεννα. Όποιος πεθάνει και πάει στον άλλο κόσμο άψαλτος κι αλιβάνιστος, βρικολακιάζει και γίνεται Καλικάντζαρος. Στη Ρόδο, όποιο παιδί γεννηθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα, το λένε «Κάο», Καλικάντζαρο. Λέγεται, λοιπόν, ότι οι «Κάηδες» σηκώνονται τη νύχτα απ' το κρεβάτι τους, το πρώτο δεκαήμερο, κι ασυναίσθητα γυρίζουν έξω. Για να μην αγριέψει όμως το παιδί, οι δικοί του φροντίζουν να του κάνουν το «μονομερίτικο» ρούχο.
Φωνάζουν, δηλαδή, στο σπίτι τους γυναίκες που να λέγονται Μαρίες και τους δίνουν μία μπάλα μπαμπάκι. Αυτές το κλώθουν, το κάνουν νήμα, το υφαίνουν και ράβουν ένα ρούχο, που θα το φορέσει ο Κάος. Όλη αυτή η δουλειά πρέπει να γίνει μέσα σε μια μέρα, γι' αυτό και το ρούχο λέγεται «μονομερίτικο».Στην Κάρπαθο, οι μανάδες δένουν τη μέση των παιδιών τους, που είναι στις κούνιες, με «βάτους» τις χριστουγεννιάτικες μέρες, για να μην τους κάνουν κακό οι «Κάγοι», οι Καλικάντζαροι, που θα φύγουν απ' τα σπίτια, όπως πιστεύουν, σαν περάσει η γιορτή τ' Αϊ-Γιάννη. Στην Κύπρο πιστεύουν πως ο Καλικάντζαρος μπορεί να «αιχμαλωτιστεί», φτάνει ο άνθρωπος να τον δέσει από το πόδι με «μόλινο» (λινή κλωστή). Την παραμονή των Φώτων τελειώνει η δράση των Καλικαντζάρων πάνω στη Γη. Βιάζονται τότε να χωθούν γρήγορα πίσω στα βάθη της Γης, προτού ο παπάς αρχίσει ν' αγιάζει τα νερά. Και για να μην ξεμείνει κανένας πάνω στη Γη, παρακινεί ο ένας τον άλλο να φύγουν. Λένε: «Φορτώστε να φορτώσουμε, κι αϊντέστε να φύγουνε, τ' έφτασε ο τουρλόπαπας, με την αγιαστούρα του».
Στην Κομοτηνή φοβούνται τόσο πολύ τους «Καρκατζέλ», ώστε τη νύχτα δεν σφυρίζουν ποτέ, για να μη μαζευτούν πολλοί μαζί και τους κάνουν κακό. Στα Επτάνησα πιστεύουν ότι τα «Λυκοτσαρδά» ή «Παγανά» είναι αόρατες δυνάμεις που μπορούν να κάνουν χιλιάδες κακά. Είναι τα κακοποιά σύνεργα του σκότους και των ποταμίσιων νερών, που παρουσιάζονται με το πρώτο άστρο των Χριστουγέννων, κι εξαφανίζονται με το αγίασμα των νερών, τα Φώτα. Στη Θράκη πιστεύουν ότι οι Καλικάντζαροι συνηθίζουν να κατεβαίνουν τη νύχτα από το τζάκι και ν' αρπάζουν τα λουκάνικα, κι ότι χορεύουν γύρω από τα πηγάδια, όπου, αν πάει κανείς, τον βάζουν με το στανιό να χορέψει μαζί τους. Λέγεται ότι ανεβαίνουν στους ώμους των ανθρώπων που συναντούν τη νύχτα και προσπαθούν να τους πνίξουν αν δεν αποκριθούν σωστά σε ό,τι ερωτηθούν ή, κατ΄ άλλους, τους παρασύρουν σε χορό όπου τους καλούς χορευτές τους ανταμείβουν ή παίρνουν τη μιλιά σε όποιον μιλήσει κατά τη συνάντηση μαζί τους. Φήμες λένε πως προέρχονται από τους κενταύρους. Όποιος γεννιέται την «εποχή των Καλικαντζάρων» λένε πως είναι δειλός. Έχουν γυναίκες και παιδιά, ζευγαρώνουν και γεννούν σαν άνθρωποι. Είναι άμορφοι και μπορούν να αλλάζουν μορφή ή να μεταμορφώνονται.
Από πού προέρχεται η λέξη Καλικάντζαρος
Υπάρχουν πολλές απόψεις για την ετυμολογία της λέξης καλικάντζαρος:
Ως παράγωγο από την Τουρκική γλώσσα, σύμφωνα με τη γνώμη του Schmidt και του Wachsmuth. • Εκ του «καλός + κάνθαρος» [Καλικάνθαρος] εξέφρασε ο Κοραής (Άπαντα Δ΄), που συμφωνούν αργότερα ο Boll, ο Κουκουλές ( Έλληνας Βυζαντινολόγος ) και ο Μπούντουρας. • Εκ του «λύκος + κάνθαρος» παρήγαγε επίσης και ο Πολίτης (Πανδώρα). • Εκ του «λύκος + άντζαρος» [= ανήρ] παρήγαγε ο Λουκάς (Φιλολογικές επισκέψεις). • Επίσης εκ του «καλίκιν + τσαγγίον» ή «καλός + τσαγγίον» και της μεγεθυντικής κατάληξης –άρος (= ο φέρων καλά τσαγγία, υποδήματα, αντί καλίκια) ή ο φέρων καλίκια αντί τσαγγίων όπως παρήγαγε πάλι ο Πολίτης.
Ο Ν. Πολίτης μας πληροφορεί ακόμα, πως οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι Καλικάντζαροι είναι βρικόλακες Ατσιγγάνων. Έτσι εξηγείται και η ονομασία τους. Το πρώτο συνθετικό «Κάλι» είναι ονομασία Ατσιγγάνων. Το δεύτερο συνθετικό είναι ονομασία των Ατσιγγάνων της Αιγύπτου, που ήρθαν στην Ελλάδα τον 14ο αιώνα. Ονομάζονταν«Γαντζάροι». Οι Καλι-Γαντζάροι έγιναν Καλι-Καντζάροι με αφομοίωση, που άλλαξε το Καλίγι σε Καλίκι.
Πάντως τα Φώτα όλα τα πονηρά πνεύματα φεύγουν με τον αγιασμό: Φεύγετε να φεύγουμε, έρχετ’ ο τουρλόπαπας. Με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του.
Πριν κλείσω, να σας θυμίσω: Αν τύχει να δείτε κάποιον από αυτούς κάντε τον σταυρό σας και πείτε “Ιησούς Χριστός νικάει και όλα τα Κακά σκορπάει”. Αποδίδει. Για τους άλλους σύγχρονους "καλικαντζάρους" δεν υπάρχει ξόρκι....
News247.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου