01 Απριλίου 2023

Πώς μύριζε το άρωμα της Κλεοπάτρας; Επιστήμονες προσπαθούν να «ξεθάψουν» τις οσμές του παρελθόντος

Η μυρωδιά ενός παλιού γλυκού, κάποιου σκονισμένου βιβλίου ή ενός λησμονημένου ρούχου ξεκλειδώνει παλιές αναμνήσεις μεταφέροντάς μας σε ένα παρελθόν που ίσως είχαμε ξεχάσει πως ζήσαμε.

Σε αυτήν την -κατά τους επιστήμονες, άδικα παραγνωρισμένη- αίσθηση στρέφεται η έρευνα στην προσπάθεια κατανόησης του παρελθόντος. Συγκεκριμένα, όλο και περισσότεροι ερευνητές πλέον επιχειρούν να ανασυνθέσουν αρχαία αρώματα, αξιοποιώντας τα για να κατανοήσουν τον τρόπο ζωής ανθρώπων αλλοτινών εποχών.


Είναι μια πολύ βασική αίσθηση. Η οσμή ήταν επίσης σημαντική στο παρελθόν, και ίσως ακόμη πιο σημαντική επειδή στο παρελθόν δεν ήταν όλα τόσο καθαρά, εξηγεί η Μπάρμπαρα Χούμπερ, διδακτορική ερευνήτρια Αρχαιολογίας στο Ινστιτούτο Γαιοανθρωπολογίας του Max Planck.


Ωστόσο, το αποτύπωμα μιας παλιάς οσμής είναι μια τεράστια πρόκληση για τους επιστήμονες.


Δεδομένου του ότι η αρχαιολογία εντοπίζει και μελετά πράγματα απτά, τα ίχνη μιας αρχαίας οσμής προφανώς συνιστούν μια τεράστια πρόκληση για τους επιστήμονες.


Οι αρωματικές ενώσεις έρχονται και φεύγουν. Απαξ και εξαφανιστεί η πηγή τους, εξαφανίζονται και οι ίδιες, εξατμιζόμενες στον αέρα. Παρ' όλα αυτά, όπως διευκρινίζει η Χούμπερ, υπάρχουν λίγες νέες, πλην ισχυρές βιομοριακές προσεγγίσεις που μπορούν να βοηθήσουν την επιστήμη να αποκωδικοποιήσει αρχαία αρώματα.


Η οσμή της Ιστορίας

Το κλειδί για την αποκωδικοποίηση των οσμών του παρελθόντος είναι συχνά αόρατο στο γυμνό μάτι.


Οι επιστήμονες μελετούν βιομοριακά απομεινάρια που παραμένουν σε λογής αντικείμενα, από μπουκάλια αρωμάτων έως κατσαρόλες και βάζα αποθήκευσης τροφίμων, με τη χρήση τεχνικών όπως η χρωματογραφία -διαδικασία διαχωρισμού ενώσεων σε ένα μείγμα- ή η φασματομετρία μάζας -ευαίσθητη τεχνική για τον ποιοτικό και ποσοτικό προσδιορισμό χημικών ενώσεων.


Τα βιομόρια, που, σύμφωνα με τη Χούμπερ, δίνουν τις περισσότερες πληροφορίες ,περιλαμβάνουν λιπίδια - λίπη, κεριά και έλαια - τα οποία δεν είναι διαλυτά σε νερό. Συχνά εντοπίζονται, αφού έχουν χρησιμοποιηθεί ως καύσιμα για λάμπες ή σε αλοιφές σώματος ή και πτωμάτων, ενσωματωμένα σε πορώδη κεραμικά ή και κόπρανα.


Η Χούμπερ μελετά ακόμη δευτερογενείς μεταβολίτες, χημικές ενώσεις με μικρό μοριακό βάρος που παράγονται από οργανισμούς (φυτά, φύκη, μύκητες, βακτήρια) και εντοπίζονται σε προϊόντα φυτικά, όπως ρετσίνι, αρωματικά ξύλα, βότανα, φρούτα και μπαχάρια. Οι ενώσεις αυτές μπορούν να αποκαλύψουν τα υλικά και το άρωμα φαρμάκων, τροφίμων, θυμιαμάτων.


Η αλληλούχηση αρχαίου DNA και η πρωτεωμική, η μελέτη δηλαδή των πρωτεϊνών που παράγονται από το γονιδίωμα ενός οργανισμού και βρίσκονται σε αντικείμενα όπως η ασβεστοποιημένη οδοντική πλάκα, έχουν ανιχνεύσει αμινοξέα που αποκαλύπτουν καταστάσεις όπως η ασθένεια των ούλων - που συνδέεται με την κακή αναπνοή.


Ανασυνθέτοντας αρχαία αρώματα

Η Χούμπερ μελετά στη δική της εργασία λιβανιστήρια που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο της Τάιμα, τον αρχαιότερο οικισμό στη Σαουδική Αραβία που χρονολογείται πέντε χιλιετίες πριν, σε μια προσπάθεια κατανόησης και ανακατασκευής του οσφρητικού τοπίου της αρχαίας όασης.


Εντόπισε δευτερογενείς μεταβολίτες που με τη σειρά τους αποκάλυψαν τη χρήση αρωματικών ρητινών με λιβάνι, σμύρνα και φιστίκι, σε ιδιωτικά κτήρια, τάφους και ναούς, αντιστοίχως. Επειτα, η ερευνήτρια συνεργάστηκε με έναν αρωματοποιό, σε μια προσπάθεια να αναδημιουργήσουν τις οσμές που κυριαρχούσαν σε αυτά τα μέρη, χιλιάδες χρόνια πριν.


Οι ρητίνες αυτές έμοιαζαν περίπου ίδιες... όμως, όταν άρχιζες να τις καις, ανέδιδαν μια εντελώς διαφορετική οσμή. Οπότε, για παράδειγμα, το λιβάνι είχε πλούσια μυρωδιά και μπορούσες να αισθανθείς πως ίσως το χρησιμοποιούσαν για να καθαρίζουν τα σπίτια ώστε να αποφεύγουν τις ανεπιθύμητες οσμές ή κάτι τέτοιο, εξηγεί η ίδια.


Ο Σον Κόφλιν, ερευνητής αρχαίας και μεσαιωνικής σκέψης στην Ακαδημία Επιστημών της Τσεχίας, επιχειρεί να αναδημιουργήσει τα αρώματα που φέρεται να φορούσε η Κλεοπάτρα, βάσει συνταγών καταγεγραμμένων σε αρχαία αιγυπτιακά κείμενα και σε εγχαράξεις σε τοίχους ναών.


Το πρόβλημα είναι απλό. Κανονικά, όταν ακολουθείς τη συνταγή, γνωρίζεις πάνω κάτω τι θα σου δώσει. Οταν, όμως, αναπαράγεις μια ιστορική συνταγή, δεν έχεις κάποιο στόχο, διευκρινίζει ο Κόφλιν.


Αυτό που πραγματικά προσπαθούμε να κάνουμε, είναι να χρησιμοποιήσουμε οργανική χημεία που θα μπορέσει να μας διαφωτίσει για τη διαδικασία, διότι θεωρούμε πως η διαδικασία ήταν στην πραγματικότητα αυτή που θα καθόριζε το εύρος των πιθανών αρωμάτων, σημειώνει.


Ο Κόφλιν παρομοιάζει τα πειράματά του με τη διαδικασία του σόου μαγειρικής America’s Test Kitchen. Παρότι τα αποτελέσματα ενδέχεται να είναι αμφίβολα, υπάρχει πρόοδος, λέει.


Ως παράδειγμα επικαλείται την περίπτωση μιας συνταγής αρώματος, γνωστής ως Mendesian, για την οποία οι αρχαίοι αρωματοποιοί θέρμαιναν λάδι για 10 ημέρες και 10 νύχτες προτού το εμποτίσουν με ξύλα όπως η κανέλα και ρητίνες όπως το μύρο.


Αυτό για εμάς ήταν μεγάλο μυστήριο. Γιατί αν ποτέ ζεστάνεις λάδι για δέκα ημέρες, βρωμάει, λέει ο ίδιος. Όμως, αφότου το δοκίμασε με την ομάδα του, θερμαίνοντας έλαιο σε δοκιμαστικούς σωλήνες για πάνω από 12 ημέρες, διαπίστωσαν πως η τεχνική επιτάχυνε τη φυσική διαδικασία τάγγισης, αφαιρώντας τις δύσοσμες ενώσεις και παρατείνοντας τη διάρκεια του αρώματος.


Υπάρχει επίσης ένα στάδιο, μετά τη θέρμανση του λαδιού, αλλά πριν από την παρασκευή του ίδιου του αρώματος, όπου προστίθενται ήπια αρωματικά όπως ρίζες, κρασί και ρητίνες. Η εικασία μας είναι πως αυτές οι ουσίες όχι μόνο κάλυπταν τη δυσάρεστη οσμή, αλλά την απορροφούσαν κιόλας από το λάδι, εξηγεί.


Για τα σύγχρονα αρώματα οι ειδικοί χρησιμοποιούν ως βάση την αιθανόλη, τύπο αλκοόλ, λέει ο Κόφλιν, παρότι κάποιες ντελικάτες φυσικές μυρωδιές ακόμη απαιτούν τη χρήση ελαίου ή λίπους - που πρέπει να διυλιστεί και να βελτιστοποιηθεί με κάποιον τρόπο.


Ωστόσο, οι σημερινοί χημικοί χρωστούν πολλά στους αρχαίους αρωματοποιούς, προσθέτει ο ίδιος, καθώς ήταν εκείνοι που υπήρξαν πρωτοπόροι σε πλήθος τεχνικών που χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα.


Αντιστοίχως, οι σημερινοί ερευνητές κάνουν τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να διατηρήσουν τις διαθέσιμες οσμές για τις μελλοντικές γενιές.




Πηγή: CNN

Δεν υπάρχουν σχόλια: