26 Φεβρουαρίου 2021

Φρούριο Πετροπηγής

Πρόκειται για φυλάκιο της Εγνατίας Οδού, η ολοκλήρωση του οποίου χρονολογείται στους υστεροβυζαντινούς χρόνους (13ος-14ος αι.) και έχει φάση της πρώιμης τουρκοκρατίας (15ος αι.)

Η παλιότερη φάση των τειχών χρονολογείται στον 10ο αιώνα.

Στο κάστρο έγιναν ανασκαφές από το Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών από το 1993 έως το 2002.

Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

To φρούριο δανείζεται το σημερινό του όνομα από το γειτονικό χωριό. Το μεσαιωνικό του όνομα δεν είναι γνωστό.

Τα παλιά χρόνια πρέπει να βρισκόταν πολύ κοντά στη θάλασσα, αλλά σήμερα, μετά την αποξήρανση των βάλτων κοντά στη θάλασσα είναι αρκετά πιο μέσα.

Ο προσανατολισμός του κάστρου είναι από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά και είναι εντελώς παράλληλος προς τον παρακείμενο δημόσιο δρόμο. Το γεγονός αυτό είναι μια από τις ενδείξεις ότι στο σημείο αυτό η παλιά Εθνική Οδός βρίσκεται ακριβώς πάνω στη ρότα της Εγνατιας (αυτό, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και καμιά φοβερή θεωρία, γιατί δεδομένης της μικρής απόστασης μεταξύ του βουνού και της θάλασσας σε εκείνο το σημείο, η Εγνατία δεν θα μπορούσε να είναι πουθενά αλλού παρά εκεί γύρω).

Ιστορία

Παρόλο που το φρούριο είναι εν μέσω κατοικημένων και καλλιεργημένων εκτάσεων δεν έχει ενδείξεις κατοίκησης (κεραμικά ευρήματα κλπ) πράγμα που ενισχύει την υπόθεση ότι ήταν σταθμός -“statio”- της Εγνατίας. Η ανάλυση Άνθρακα 14 σε κομμάτι ξύλου από την αρχική σκαλωσιά έδειξε ημερομηνία μεταξύ 1275 και 1350. Οπότε το πιο πιθανό είναι το φρούριο να ήταν κατασκευή του τέλους του 13ου αιών, μιας περιόδου που η Βυζαντινή αυτοκρατορία προσπαθούσε να αναδιοργανωθεί μετά την ανακατάληψη της Πόλης από τους Φράγκους (1261).

Αξίζει να επισημάνουμε ότι αυτή η ύστερη Βυζαντινή περίοδος που γενικά θεωρείται περίοδος παρακμής, στην πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από οικοδομική έξαρση σε όλα τα Βαλκάνια.

Στις αρχές του 15ου αιώνα η περιοχή πέρασε στους Οθωμανούς που μετέτρεψαν το παλιό statio σε «καραβάν σαράι» (που βασικά είχε τον ίδιο ρόλο). Στο χώρο βρέθηκαν διάφορα μικρής αξίας τουρκικά νομίσματα που πιστοποιούν ότι το μέρος χρησιμοποιήθηκε τον 15ο και τον 16ο αιώνα.

Κάποια στιγμή μετά το τέλος του 16ου αιώνα, το φρούριο εγκαταλείφθηκε και εν μέρει κατεδαφίστηκε, και μάλιστα κατά τρόπο συστηματικό και οργανωμένο για να γίνει δυνατή η επαναχρησιμοποίηση των υλικών.
Η εγκατάλειψη πρέπει να ήταν αποτέλεσμα είτε της ύπαρξης εκεί κοντά ενός άλλου ταξιδιωτικού σταθμού (μάλλον στη Χρυσούπολη) είτε της αύξησης του πληθυσμού της περιοχής και της δημιουργίας χωριών. Γενικά, ο σκοπός ύπαρξης τέτοιων σταθμών ήταν να προσφέρουν στέγη σε απομονωμένες και ακατοίκητες περιοχές. Σε πολυάνθρωπα και ανεπτυγμένα μέρη δεν ήταν και τόσο απαραίτητοι.

Από τότε ο χώρος χρησιμοποιήθηκε από τον ντόπιο πληθυσμό περιστασιακά, μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα, σαν στάνη και στάβλος.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Οι εσωτερικές διαστάσεις του φρουρίου είναι 29,6×29,3 m, που αντιστοιχούν σε 100×100 βυζαντινούς πόδες. Οι τοίχοι είναι από πέτρες, σοβά και τούβλα. Μια σειρά από τούβλα διατρέχει στο ίδιο ύψος όλη την περίμετρο ενώ υπάρχουν και άλλες σειρές τούβλων πιο ακανόνιστα, ίσως λόγω μεταγενέστερων επεμβάσεων. Γενικά το φρούριο είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ενός μικρού τυποποιημένου βυζαντινού φρουρίου εκείνης της περιόδου.

To κάστρο αρχικά είχε δύο πύλες στις απέναντι πλευρές (ΝA και ΒΔ) και δύο πύργους. Αργότερα προστέθηκε ένας ακόμα πύργος στην ΝΑ γωνία, ενώ ο ΒΔ πύργος απέκτησε επιπλέον όροφο. Οι αλλαγές αυτές πρέπει να έγιναν τον14ο αιώνα, περίοδο με εισβολές (Τούρκοι, Καταλανοί, Νορμανδοί κλπ) και βυζαντινούς εμφυλίους. Το κάστρο δεν ήταν αρκετά ισχυρό γα να αντισταθεί επί μακρόν σε μια συστηματική πολιορκία, αλλά ήταν επαρκώς οχυρωμένο για να αποτρέψει περιστασιακές επιθέσεις από συμμορίες και μικρές άτακτες ομάδες.

Εντός του φρουρίου υπάρχουν κατάλοιπα διαφόρων κτισμάτων που είχαν σκοπό την εξυπηρέτηση των ταξιδιωτών: στάβλοι, σιδηρουργείο κλπ. Ένα μεγάλο επίμηκες κτίριο έκοβε το φρούριο σε δύο μέρη, και μάλλον ήταν ο χώρος διανυκτέρευσης.

Πηγές

  • Book "Interaction and Isolation in Late Byzantine Culture" edited by Jan Olof Rosenqvist, I.B.Tauris, 2004, pages 96-99
  • Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών - FIELDWORK AT PETROPIGI (KAVALA)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: